-
1 τρίτος
τρῐτος (-ον; -αν, -αισιν; n. pro adv., - ον.) “τρίταισιν δ' ἐν γοναῖς ἄμμες αὖ κείνων φυτευθέντες σθένος ἀελίου χρύσεον λεύσσομεν” P. 4.143 ῥίζαν ἀπείρου τρίταν εὐήρατον (τὴν Λιβύην Σ.) P. 9.81ἀγῶνί τε Κίρρας ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν τρίτον ἔπι στέφανον πατρῴαν βαλών P. 11.14
Περσεὺς ὁπότε τρίτον ἄυσεν κασιγνητᾶν μέρος ἐνναλίᾳ Σερίφῳ λαοῖσί τε μοῖραν ἄγων (i. e. Medusa) P. 12.11διπλόαν νίκαν ἀνεφάνατο παίδων λτ;τεγτ; τρίταν πρόσθεν I. 4.71
εἴη δὲ τρίτον σωτῆρι πορσαίνοντας Ὀλυμπίῳ Αἴγιναν κάτα σπένδειν μελιφθόγγοις ἀοιδαῖς (sc. κρατῆρα: τὸν δὲ τρίτον κρατῆρα Διὸς σωτῆρος ἔλεγον Σ.) I. 6.7 κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν δώδεκ, αὐτὸν δὲ τρίτον (sc. τὸν πατέρα Νηλέα: i. e. τρίτον καὶ δέκατον) fr. 171. n. acc. s. pro adv.,ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται, ἐν παισὶ νέοισι παῖς, ἐν ἀνδράσιν ἀνήρ, τρίτον ἐν παλαιτέροισι N. 3.72
См. также в других словарях:
Κόδρος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Μελάνθου, τον οποίο και διαδέχτηκε στον θρόνο της Αθήνας, και απόγονος του Νηλέα. Κατέφυγε μαζί με τον πατέρα του στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια της καθόδου των Ηρακλειδών στην Πελοπόννησο. Θεωρείται ότι στα… … Dictionary of Greek
πελιάς — Πρόσωπο της ελληνικής μυθολογίας, βασιλιάς της Ιωλκού, γιος του Ποσειδώνα (ή του ποτάμιου θεού Ενιπέα) και της Τυρούς, δίδυμος αδελφός του Νηλέα και θείος του Ιάσονα. Από τη σύζυγό του Αναξίβοια απέκτησε ένα γιο, τον Άκαστο, και πολλές θυγατέρες… … Dictionary of Greek
Αλκμεωνίδαι/-ες — Μεγάλο και σπουδαίο αθηναϊκό γένος, που θεωρούσαν ότι καταγόταν από τον Νηλέα της Πύλου, τον πατέρα του Νέστορα. Έλεγαν πως ο γενάρχης τους Αλκμέων είχε έρθει στην Αθήνα όταν οι Δωριείς, ύστερα από την κάθοδό τους, κατέλυσαν την αρχή της… … Dictionary of Greek
νηλήιος — νηλήϊος, ΐα, ον θηλ. και νηληΐς (Α) αυτός που ανήκει στον Νηλέα, τον πατέρα τού Νέστορος («Νηλήϊος υἱός», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < Νηλεύς + κατάλ. ήϊος (πρβλ. ανθρωπ ήιος, ποταμ ήιος)] … Dictionary of Greek
Κρηθέας — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, ο Κ. ήταν γιος του Θεσσαλού Αιόλου και της Εναρέτης ή της Λαοδικίας. Θεωρείται ιδρυτής της Ιωλκού, στην οποία βασίλευσε. Κατά την παράδοση παντρεύτηκε την ανιψιά του, Τηρώ, κόρη του αδελφού του,… … Dictionary of Greek
Πελιάδες — Μυθολογικά πρόσωπα, κόρες του βασιλιά της Θεσσαλικής Ιωλκού, Πελία, ο οποίος ήταν γιος της κόρης του Σαλμωνέως, Τυρώς, που απέκτησε δύο γιους, τον Πελία και τον Νηλέα, από τον Ποσειδώνα, που την πλησίασε με τη μορφή του ποτάμιου θεού Ενιπέα. Τα… … Dictionary of Greek
Αλκμέων — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Α. ο Αργείος. Γιος του μάντη Αμφιάραου και της Εριφύλης, αδελφός του Αμφίλοχου. Σκότωσε τη μητέρα του εκτελώντας εντολή του πατέρα του, ο οποίος πριν ξεκινήσει για την εκστρατεία των Επτά επί Θήβας, που ήξερε πως θα … Dictionary of Greek
Μύκονος — Νησί (85,48 τ.χλμ.) των βορειοανατολικών Κυκλάδων, μεταξύ της Τήνου και της Νάξου. Διοικητικά ανήκει στον νομό Κυκλάδων και αποτελείται από τον δήμο Μυκόνου (9.320 κάτ.) στον οποίο υπάγονται τα δημοτικά διαμερίσματα Μυκονίων (7.929 κάτ.) και Άνω… … Dictionary of Greek